Ανθρώπινες Ιστορίες

Ο μικρός Ηρόδοτος που έγινε Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Β’

Το πλούσιο έργο του ως ηγουμένου και μητροπολίτη - Η έντονη πολιτική του δράση την εποχή του πραξικοπήματος και του σχεδίου Ανάν

Ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Β’ ήταν το δεύτερο από τα τέσσερα παιδιά της φτωχής αγροτικής οικογένειας του Αντώνη και της Θέκλας Δημητρίου. Γεννήθηκε στην Τάλα της Πάφου στις 10 Απριλίου του 1941 και το κοσμικό του όνομα ήταν Ηρόδοτος Δημητρίου. Μόλις ολοκλήρωσε τη μαθητεία του στο Δημοτικό Σχολείο, εισήχθη σε ηλικία 12 ετών ως δόκιμος μοναχός στη Μονή Αγίου Νεοφύτου.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: «Εκοιμήθη ήσυχα» - Το επίσημο ανακοινωθέν του θανάτου του Αρχιεπισκόπου



Ο τραγικός θάνατος του πατέρα του και η ορφάνια

Ο πατέρας του εντάχθηκε το 1942 στο Κυπριακό Σύνταγμα και πολέμησε στον Β’ Παγκόσμιο κατά των Γερμανών. Πιάστηκε, μάλιστα, αιχμάλωτος και επέστρεψε στην Κύπρο στο τέλος του Πολέμου. Ο Αντώνης Δημητρίου το 1952 έπιασε δουλειά στη Μονή Αγίου Νεοφύτου, όπου γίνονταν εργασίες επέκτασης. Ένα απόγευμα, ενώ έσκαβε λάκκο, το έδαφος υποχώρησε και μεγάλοι όγκοι χώματος τον καταπλάκωσαν σκοτώνοντάς τον ακαριαία.

Η οικογένεια αντιμετώπισε μεγάλες δυσκολίες, ενώ 15 μέρες μετά τον θάνατο του Αντώνη Δημητρίου ήρθε στον κόσμο και το τέταρτο παιδί του που δεν γνώρισε ποτέ. Ο Ηρόδοτος και τα άλλα δύο αδέρφια του μπήκαν από τα παιδικά τους χρόνια στη βιοπάλη για να μπορέσουν να επιβιώσουν στηρίζοντας την μητέρα τους Θέκλα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Όταν ο Χρυσόστομος γνώρισε τον Παλληκαρίδη – «Δοξάζω τον Θεό που εβίωσα τον αγώνα της ΕΟΚΑ»

Η χειροτονία, το όνομα Χρυσόστομος και η θέση του Ηγουμένου

Ο τότε Ηγούμενος της Μονής Αγίου Νεοφύτου, Λαυρέντιος, σε δίκη που έγινε για να εξακριβωθούν οι συνθήκες του εργατικού δυστυχήματος, δεσμεύτηκε ότι θα αναλάβει τις σπουδές των παιδιών του αποβιώσαντος Αντώνη Δημητρίου. Έτσι ο Ηρόδοτος μπήκε στη Μονή ως δόκιμος και αποφοίτησε από το Γυμνάσιο Πάφου το 1963. Την ίδια χρονιά χειροτονήθηκε διάκονος λαμβάνοντας το όνομα Χρυσόστομος.

Το 1968 ο Χρυσόστομος μετέβη στην Αθήνα ως υπότροφος της Μονής για να σπουδάσει στη Θεολογική Σχολή. Τέσσερα χρόνια αργότερα, ο Αλέξιος, ο οποίος έγινε με την καταλυτική συμβολή του Χρυσοστόμου Ηγούμενος του Αγίου Νεοφύτου το 1964, πέθανε αφήνοντας τη θέση του κενή.

Έτσι ο Χρυσόστομος χειροτονήθηκε τη χρονιά εκείνη ως πρεσβύτερος και εγκαθιδρύθηκε από τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο Γ’ ως ηγούμενος της Μονής στις 12 Νοεμβρίου 1972.

Έργα και ημέρες του Ηγουμένου Χρυσοστόμου – Ακραιφνής υποστηρικτής του Μακαρίου Γ’

Ο Χρυσόστομος διετέλεσε ηγούμενος σε μια περίοδο έξι «ταραγμένων» χρόνων, με το πραξικόπημα και την εισβολή να αφήνουν βαθιές πληγές στον λαό και τον τόπο.

Στα χρόνια αυτά η δράση του διακρίνεται σε δύο άξονες. Ο πρώτος αφορά στον εκσυγχρονισμό της Μονής του Αγίου Νεοφύτου, ως προς τις δομές λειτουργίας, τις πηγές εισοδήματος και τις εγκαταστάσεις. Ο δεύτερος αφορά στην πολιτική του δράση και τη στήριξη στον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο Γ’.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Αυτή είναι η διαδικασία εκλογής νέου Αρχιεπισκόπου

Ο Χρυσόστομος το 1973 ηγήθηκε ομάδας αρχιμανδριτών και άλλων κληρικών που, στο άκουσμα της «καθαίρεσης» του Μακαρίου, αντιτάχθηκαν στην απόφαση των τριών Μητροπολιτών (Πάφου, Κιτίου και Κερύνειας) και έστειλαν το μήνυμα της υπεράσπισης και περιφρούρησης του Μακαρίου Γ’.

Στις 15 Ιουλίου του 1974 έσπευσε στην Μητρόπολη Πάφου για να οργανώσει με άλλους αντιστασιακούς την κατάπνιξη του πραξικοπήματος, όπου υποδέχτηκε με άλλους τον Αρχιεπίσκοπο και Πρόεδρο Μακάριο Γ’ με τον οποίο είχαν πολύωρες διαβουλεύσεις για τη διαχείριση και τη δράση των κρίσιμων εκείνων στιγμών.

Από Ηγούμενος, Μητροπολίτης Πάφου

Τον Φεβρουάριο του 1978, ο Χρυσόστομος σε ηλικία μόλις 37 ετών διαδέχτηκε στον Μητροπολιτικό θρόνο της Πάφου τον Χρυσόστομο Α’, ο οποίος είχε εκλεγεί Αρχιεπίσκοπος Κύπρου μετά τον θάνατο του Μακαρίου Γ’.

Η εκλογή του Χρυσοστόμου στη θέση του Μητροπολίτη Πάφου έτυχε απόλυτης αποδοχής, αφού η πολιτική του δράση και το έργο του ως Ηγουμένου του Αγίου Νεοφύτου τον κατέστησαν αγαπητό ποιμενάρχη στον κόσμο της Πάφου και αδιαφιλονίκητο φαβορί για την ηγεσία της Μητρόπολης.

Το πλούσιο έργο του ως Μητροπολίτη

Από τις πρώτες μέρες που βρέθηκε στον μητροπολιτικό θρόνο διαπίστωσε πως υπήρχε σοβαρό οικονομικό πρόβλημα στη Μητρόπολη το οποίο δεν θα του επέτρεπε να υλοποιήσει τα σχέδιά του. Έτσι με διάφορες κινήσεις (όπως αύξηση ενοικίων σε καταστήματα της Μητρόπολης που ενοικιάζονταν από το 1950 με την ίδια τιμή, οικοδόμηση νέων καταστημάτων, ώθηση στη βιομηχανία μεταλλικών σωλήνων που είχε ιδρύσει ως ηγούμενος κ.ά.) πέτυχε σε σύντομο χρονικό διάστημα να ανορθώσει οικονομικά τη Μητρόπολη.

Από εκεί και πέρα, άρχισε να υλοποιεί παράλληλα το συνολικό του πλάνο που αφορούσε στη θρησκευτική διαφώτιση του ποιμνίου του. Εκσυγχρόνισε το Γραφείο Θρησκευτικής Διαφώτισης στελεχώνοντάς το με νέους σπουδασμένους θεολόγους, κληρικούς και λαϊκούς. Συμφώνησε με τοπικά μέσα ενημέρωσης όπως δημοσιεύουν κάθε βδομάδα το «δελτίο κηρυγμάτων» και παρέχουν βήμα για θεολογικές συζητήσεις. Λειτούργησε 70 κατηχητικά σε αντίστοιχο αριθμό ενοριών, καθιέρωσε την τακτική επίσκεψη κληρικών και θεολόγων σε στρατόπεδα, ενώ θεσμοθέτησε τις υποτροφίες για όσους Πάφιους σκόπευαν να σπουδάσουν Θεολογία.

Ακολούθως εφάρμοσε το οικοδομικό πλάνο για οικοδόμηση ή ανακαίνιση πολλών δεκάδων ναών στην επαρχία Πάφου, αλλά και για την ανακαίνιση και επέκταση του Μητροπολιτικού Μεγάρου, την ανασύσταση της Ιεράς Μονής Τιμίου Σταυρού Μίνθης, το Πολυδύναμο Νεανικό κέντρο της Μητρόπολης κ.ά.

Προεδρεύων, τοποτηρητής του Αρχιεπισκοπικού Θρόνου και Σχέδιο Ανάν

Στην τελευταία περίοδο της μακρόχρονης μητροπολιτικής του θητείας κλήθηκε να προεδρεύσει της Ιεράς Συνόδου ως πρώτος τη τάξει Μητροπολίτης. Η πρώτη Σύνοδος στην οποία προέδρευσε συγκλήθηκε στις 17 Νοεμβρίου 2002. Τότε η υγεία Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου Α’ ήταν αρκετά βεβαρημένη και η Ιερά Σύνοδος έπρεπε να συνεδριάσει και να συζητήσει για το σχέδιο λύσης του Κυπριακού, που όπως όλα έδειχναν θα τίθετο ενώπιον του λαού για δημοψήφισμα.

Ο Χρυσόστομος ως Μητροπολίτης Πάφου, καθ’ όλο τον χρόνο που προηγήθηκε του Δημοψηφίσματος του 2004, εξέφρασε την αντίθεσή του στο σχέδιο Ανάν, είχε έντονη δράση που αφορούσε στην απόρριψή του και καλούσε τον κυπριακό λαό να το καταψηφίσει.

Την ίδια περίοδο η Σύνοδος έπρεπε να επιληφθεί μιας σειράς σκανδαλωδών ζητημάτων οικονομικού χαρακτήρα από άτομα που προσπαθούσαν να εκμεταλλευτούν την κατάσταση υγείας του Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου Α’ για να κλείσουν συμφωνίες εξαγοράς γης, μετοχών και άλλων ιδιοκτησιακών στοιχείων της Αρχιεπισκοπής.

Τον Μάιο του 2006, όταν η υγεία του Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου Α΄ (με την απώλεια μνήμης και τα άλλα προβλήματα) δεν του επέτρεπαν να ανταποκριθεί ούτε κατ’ ελάχιστον στα καθήκοντά του, συνήλθε διευρυμένη Σύνοδος υπό την προεδρία του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου και αποφασίστηκε όπως ο Αρχιεπισκοπικός Θρόνος της Κύπρου κηρυχθεί σε χηρεία. Σύμφωνα με το καταστατικό, τοποτηρητής του Θρόνου ανέλαβε ο Μητροπολίτης Πάφου Χρυσόστομος.

Η εκλογή του Χρυσοστόμου στον Αρχιεπισκοπικό Θρόνο

Μετά την κένωση του Αρχιεπισκοπικού Θρόνου κινήθηκαν οι διαδικασίες και ορίστηκε όπως διεξαχθούν αρχιεπισκοπικές εκλογές στις 24 Σεπτεμβρίου του 2006, ημέρα κατά την οποία ο λαός εξέλεξε τους 1.400 ειδικούς αντιπροσώπους. Τη 15η Οκτωβρίου οι ειδικοί αντιπρόσωποι εξέλεξαν κατά διαμερίσματα και μητροπόλεις τους 100 γενικούς αντιπροσώπους. Στις 4 Νοεμβρίου οι 100 γενικοί αντιπρόσωποι, τα μέλη της Ιεράς Συνόδου και ex officio μέλη (31 άτομα) της εκλογικής συνέλευσης συνήλθαν προς εκλογή Αρχιεπισκόπου.

Στην πρώτη ψηφοφορία κανείς δεν έλαβε την απαιτούμενη πλειοψηφία. Σε νέα ψηφοφορία έλαβε πλειοψηφία στην κάλπη των ex officio ο Μητροπολίτης Πάφου Χρυσόστομος και στην κάλπη των 100 γενικών αντιπροσώπων ο Μητροπολίτης Λεμεσού Αθανάσιος. Η Τρίτη ψηφοφορία (μεταξύ Πάφου και Λεμεσού) έγινε την 5η Νοεμβρίου, ημέρα Κυριακή. Σε αυτήν αναδείχθηκε Αρχιεπίσκοπος Κύπρου ο Μητροπολίτης Πάφου Χρυσόστομοςμε 73 ψήφους έναντι 57 του Μητροπολίτη Λεμεσού.

Η ενθρόνιση του Χρυσοστόμου Β’ έγινε στις 12 Νοεμβρίου του 2006 στον Ιερό Ναό του Αγίου Ιωάννη στη Λευκωσία.